Πάλι με χρόνια με καιρούς…


Ιστορικό της Άγια – Σοφιάς

Ο Μέγας Κωνσταντίνος αρχικά, στην τοποθεσία αυτή, έχτισε έναν σχετικά μικρό ναό. Αργότερα αυτόν τον ναό, τον μεγάλωσε ο γιος του Κώνστας (εγκαινιάστηκε το 360 μ.Χ.). Ύστερα όμως από αρκετά χρόνια, ο λαό εξοργισμένος για την εξορία του Αγίου Ιεράρχου, Ιωάννου του Χρυσοστόμου, έκαψε το ναό (404 μ.Χ.). Τον ξανάκτισε (413/415 μ.Χ.) ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β’, αλλά πάλι κάηκε, αυτή την φορά από τους στασιαστές, κατά τη «Στάση του Νίκα» (532 μ.Χ.).
Μόλις αποκαταστάθηκε η τάξης, αμέσως ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός (527-565 μ.Χ.) αποφάσισε να χτίσει νέο, αλλά ασύγκριτα πιο ευρύχωρο και μεγαλοπρεπέστερο ναό. Γι’ αυτό τον λόγο ανέθεσε στον μαθηματικό Ανθέμιο τον Τραλλιανό, και τον αρχιτέκτονα Ισίδωρο το Μιλίσιο, τα σχέδια του ναού αφιερωμένο στην «Του Θεού Σοφία». Ακόμα, αναγκάστηκε ν’ απαλλοτριώσει και ν’ αποζημιώσει όλα τα γύρω οικοδομήματα.
Συγκέντρωσε ότι πιο πολύτιμα και σπάνια υλικά βρήκε, απ’ όλη την -τότε γνωστή ως- οικουμένη: Πράσινα μάρμαρα από την Κάρυστο, ροδόχρωμα με λευκές φλέβες από τη Φρυγία, ανοιχτόμαυρα με γαλάζιες φλέβες από το Βόσπορο, κόκκινα με λευκά στίγματα από τη Θήβα της Αιγύπτου, και μάρμαρα με διάφορους άλλους χρωματισμούς από διάφορες περιοχές.
Αλλά και το διακοσμητικό υλικό ήταν πρώτης τάξης: οι πολύτιμες πέτρες, το χρυσάφι, και το ασήμι κρατούσαν την πρώτη θέση.

Κτίσιμο και περιγραφή του ναού

Οι εργασίες του ναού, ξεκίνησαν στις 23 Φεβρουαρίου 532 και τελείωσαν στις 27 Δεκεμβρίου 537 (δηλαδή, 5 χρόνια, 10 μήνες και 4 ημέρες , οπότε και έγιναν τα εγκαίνια της Αγίας Σοφίας. Για το χτίσιμο εργάστηκαν 10.000 εργάτες και τεχνίτες, ενώ ο ίδιος ο Ιουστινιανός επέβλεπε την πορεία των εργασιών και το συνολικά κόστος για το χτίσιμο, έφτασε τα 360 εκατομμύρια χρυσές δραχμές.
«Δόξα τω Θεώ τω καταξιώσαντι με τοιούτον έργο επιτελέσας. Νεκίκηκά σε, Σολομών!» αναφώνησε –κατά την παράδοση– με ασυγκράτητο ενθουσιασμό ο Ιουστινιανός όταν πρωτοαντίκρυσε το επιβλητικό εσωτερικό με το άπλετο φωτισμό. Από τα 100 παράθυρα και τα 1.000 καντήλια το φως ν’ αντανακλά στους 107 κίονες από λευκά και πολύχρωμα μάρμαρα με εξαιρετικά κιόκρανα και μαζί με τον πλούσιο διάκοσμο, φαντασθείτε, τι θαυμαστή! τι εκπληκτική! τι απερίγραπτη! υπερκόσμια ατμόσφαιρα παρουσίαζε! Προσθέστε τώρα και 525 κληρικούς που ορίστηκαν να υπηρετούν την «Μεγάλη Εκκλησιά» και ψάξτε να βρείτε κοσμητικά επίθετα για να περιγράψουν αυτό το «θαύμα»!!! Οι Βυζαντινοί αποκαλούσαν το ναό επίγειο ουρανό ή δεύτερο στερέωμα «αγγέλων την των χειρών του Θεού ποίησιν».
Ο Ιουστινιανός, για να γιορτάσει όλος ο πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης τα εγκαίνια του ναού της Αγίας Σοφίας, διέταξε και σφάξανε χίλια βοοειδή, δέκα χιλιάδες αρνιά, εξακόσιες αίγες, χίλια χοιρίδια και είκοσι χιλιάδες όρνιθες και όλα αυτά, παρασκευάστηκαν και μοιράστηκαν στον κόσμο που πανηγύριζε.
Σχετικά με την εξυπηρέτηση των ναών αναφέρεται ότι μόνο η Αγία Σοφία, επί Ιουστινιανού, είχε χίλιους κληρικούς. Τον έβδομο αιώνα είχαν περιοριστεί σε εξακόσιους και η Νεαρά του Ηρακλείου αναφέρει:

Πρεσβυτέρους 80

Διακόνους 150

Διακόνισσες 40

Υποδιακόνους 70

Αναγνώστες 160

Ψάλτες 25

Θυρωρούς 75

Μπορεί λοιπόν να σχηματίσει κανείς μια ιδέα του πλήθους που εξυπηρετούσε τις εκκλησίες, αν αναλογισθεί ότι τον ενδέκατο αιώνα μόνο στην Αντιόχεια υπήρχαν 1.200 εκκλησίες και 360 μοναστήρια. (Πάνου Ζαμβακέλλη: Εισαγωγή στη Βυζαντινή ζωγραφική).
Η Αγία Σοφία είναι ορθογώνιο οικοδόμημα 78,16 μέτρων μήκους και 71,82 πλάτους. Ο τρούλος, σε ύψος 54 μέτρων, γεννά το αίσθημα ότι αιωρείται. Στηρίζεται πάνω σε τέσσερις πεσσούς που σχηματίζουν τετράγωνο και συνδέονται μεταξύ τους με τόξα. Η διάμετρός του είναι 31 μέτρα και έχει στη βάση του 40 παράθυρα. Οι πεσσοί κρύβονται πίσω από δύο κιονοστοιχίες που χωρίζουν το ναό σε τρία κλίτη, με αποτέλεσμα να φαίνονται μόνο τα γιγάντια τόξα.
Ο γυναικωνίτης βρίσκετε στον δεύτερο όροφο του ναού. Ο εσωνάρθηκας με το κύριο μέρος του ναού επικοινωνεί με 9 πύλες, απ’ αυτές οι τρεις μεσαίες ονομάζονται βασιλικές, ενώ η μεσαία είναι πιο πλατιά και πιο ψηλή.
Μπροστά στον εξωνάρθηκα υπήρχε μία μεγάλη αυλή, εκεί βρισκόταν η φιάλη του εξαγνισμού μια καρκινική (= φράση που διαβάζεται και αντίστροφα) επιγραφή που έγραφε: «ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ». Δυστυχώς δεν σώζεται σήμερα.
Ο τρούλος της Αγίας Σοφίας κατέρρευσε το Μάη του 558, και ξανακτίσθηκε από τον Ισίδωρο, συνώνυμο ανιψιό, του αρχιτέκτονα της. Αργότερα πάλι, το 867 συγκεκριμένα, ράγισε ο τρούλος μετά από σεισμούς, και τον επισκεύασε ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β’. Όμως την μεγαλύτεροι συμφορά συνολικά που βρήκε την Αγία Σοφία, ήταν το 1204 όταν οι Φράγκοι κυρίεψαν και λεηλάτησαν την Πόλη.
Σήμερα η Αγία Σοφία έχει συληθεί και ως ένα βαθμό παραμορφωθεί. Εξωτερικά έχουν προστεθεί τέσσερις μιναρέδες και εσωτερικά έχουν καλυφθεί τα μωσαϊκά με σοβά. Το 1935 μετατράπηκε σε μουσείο.

ΤΟ ΧΤΙΣΙΜΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ

(Θρακικός θρύλος)

Ένας νεοελληνικός θρύλος από τη Θράκη μας πληροφορεί για το πως χτίσθηκε η Αγια Σοφιά στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό μετά το 530 π.Χ.
Αυτή λοιπόν, η σχετική παράδοση από τη Θράκη μας περιγράφει και μας εξηγεί ότι το σχέδιο, για να κτισθεί η Αγια Σοφιά, έγινε γνωστό με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο από αυτόν που μάθαμε από την ιστορία. Αξίζει να προσέξουμε ιδιαίτερα την παραδώσει, γιατί δεν είναι γνωστή από άλλους τόπους παρά σχεδόν μόνο από τη Θράκη. Τη διηγιόντουσαν στη Βιζύη της Θράκης κατά τον περασμένο αιώνα, και εκεί, στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την έμαθε μικρό παιδί ο ποιητής Γεώργιος Βιζυηνός. Και σώζοντάς την από την λησμονιά και τον βέβαιο αφανισμό την περιέγραψε έμμετρα το 1884 μέσα στην ποιητική συλλογή του «Ατθίδες αύραι». Ας δούμε λοιπόν αυτόν τον ίδιο το θρακικό θρύλο.
«Ήταν ο καιρός που ο βασιλιάς στην Πόλη είχε αποφασίσει να χτίσει την Άγια Σοφιά. Είχε καλέσει τον πρωτομάστορα, και ο τελευταίος είχε κάμει ένα, και ύστερα άλλο, και ύστερα άλλα σχέδια, πως να χτιστή η μεγάλη εκκλησιά. Κανένα όμως δεν ευχαριστούσε το βασιλιά. Ήθελε κάτι άλλο, πολύ πιο σπουδαίο. Και ο πρωτομάστορας όλο και σκεφτόταν τι νέο σχέδιο να φτιάσει.
Μια Κυριακή, την ώρα που τελείωνε η λειτουργία, ζύγωσε πρώτος ο βασιλιάς να πάρει το αντίδωρο, εκείνο όμως του ξεφεύγει από το χέρι και πέφτει χάμω. Μια στιγμή αργότερα παρουσιάζεται μια μέλισσα που φτεροκοπούσε προς το ανοιχτό παράθυρο, κρατώντας το πεσμένο αντίδωρο του βασιλιά. Βγάνει αμέσως διαταγή ο βασιλιάς, όσοι έχουνε μελίσσια να τ’ ανοίξουνε και να ψάξουν, για να βρεθεί. Ψάχνει και ο πρωτομάστορας στα δικά του τα μελίσσια και τι βλέπει; Είχανε κάτσει οι μέλισσες μέρες πριν και είχανε φτιάξει με το κερί μέσα στην κυψέλη μιαν εκκλησιά πανέμορφη και σκαλιστή και μεγαλόπρεπη, που δεν είχε την όμοια της σ’ ολόκληρη την Οικουμένη. Όλες οι λεπτομέρειες είχανε γίνει στην εντέλεια, μέσα κι’ έξω στην εκκλησία. Η πόρτα της ανοιχτή, ο τρούλος έτοιμος, οι κολώνες στη θέση τους, ως και η Άγια Τράπεζα τελειωμένη. Την είχαν αποτελειώσει σ’ όλα της την εκκλησιά, και απάνω στην Άγια Τράπεζα της είχε φέρει εκείνη η μέλισσα και είχε αποθέσει το αντίδωρο του βασιλιά.
Είδε την εκκλησιά ο πρωτομάστορας και θαύμασε με το τέλειο σχέδιό της. Την είδε κατόπι και ο βασιλιάς και έγινε όλος χαρά. Το σχέδιο, που είχανε φτιάξει οι μέλισσες, έγινε το σχέδιο που χτίστηκε η Άγια Σοφιά!!!».

(βλ. Κ. Ρωμαίος, ΕΛΛΑΣ, λαογραφία-γεωγραφία-ιστορία, τομ. 2ος, σελ. 653).

 

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΙ ΘΡΥΛΟΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑΣ

 

1. Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ

Όταν μπήκαν οι Τούρκοι στην Πόλη, άγγελος Κυρίου άρπαξε το βασιλιά και τον πήγε σε μια σπηλιά βαθιά στη γη κάτω, κοντά στη Χρυσόπορτα. Εκεί μένει μαρμαρωμένος ο βασιλιάς και καρτερεί να κατεβεί ο άγγελος στη σπηλιά, να τον ξεμαρμαρώσει. Και θα σηκωθεί πάλι ο βασιλιάς και θα μπει στην Πόλη και θα διώξει τους Τούρκους ως την Κόκκινη Μηλιά.

2. Ο ΠΑΠΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑ-ΣΟΦΙΑΣ

Την ώρα που μπήκαν οι Τούρκοι στην Άγια-Σοφιά δεν είχε τελειώσει ακόμα η λειτουργία. Ο παπάς που έκανε τη λειτουργία πήρε αμέσως το Άγιο Δισκοπότηρο, ανέβηκε στα κατηχούμενα, εμπήκε σε μια θύρα και η θύρα έκλεισε αμέσως. Είναι θέλημα Θεού ν’ ανοίξει μόνη της η θύρα, όταν έλθει η ώρα, και θα βγει από κει ο παπάς, να τελειώσει τη λειτουργία στην Άγια-Σοφιά, όταν θα πάρουμε πίσω την Πόλη.

3. Η ΑΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑ-ΣΟΦΙΑΣ

Την μέρα που πάρθηκε η Πόλη, έβαλαν σ’ ένα καράβι την Άγια Τράπεζα της Αγια-Σοφιάς, να την πάει στην Φραγκιά, για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων.
Εκεί όμως στη θάλασσα του Μαρμαρά άνοιξε το καράβι και η Άγια Τράπεζα εβούλιαξε στον πάτο. Στο μέρος εκείνο η θάλασσα είναι λάδι, όση θαλασσοταραχή και κύματα κι αν είναι γύρω. Και το γνωρίζουν το μέρος αυτό από τη γαλήνη, που είναι πάντα εκεί, και από την ευωδία που βγαίνει. Πολλοί μάλιστα αξιώθηκαν να την ιδούν στα βάθη της θάλασσας.

(βλ. ΓΙΟΒΑΝΗ, Μεγάλη εγκυκλοπαίδεια, εκδ. 1982, τομ. 1ος, σελ. 97).

4. ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ ΜΠΑΛΟΥΚΛΗ

Την ημέρα που έπεσε η Πόλη ένας γέροντας τηγάνιζε ψάρια, και όταν του είπαν «Εάλω η Πόλις», είπε πως για να πιστέψει πως έπεσε η Πόλη, έπρεπε να βγουν τα ψάρια από το τηγάνι. Και Ω! του θαύματος, έτσι έγινε. Πότε άραγε θα ολοκληρωθεί το τηγάνισμα των ψαριών που είναι τηγανισμένα μόνο από την μία τους πλευρά;

«Σώπασε κυρά Δέσποινα
και μην πολυδακρύζεις
πάλι με χρόνους με καιρούς
πάλι δικά μας θα ‘ναι».

πηγή: panellines.gr

 

About melita

Θα 'θελα να φωνάξω τ' όνομά σου, αγάπη, μ' όλη μου τη δύναμη. Να το φωνάξω τόσο δυνατά που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο, καμιά ελπίδα πια να μην πεθάνει... Τάσος Λειβαδίτης
This entry was posted in Έθιμα, ήθη και παραδόσεις and tagged , , , , , , , , , , , , . Bookmark the permalink.

22 Responses to Πάλι με χρόνια με καιρούς…

  1. δεν ξερω αν παλι με χρονια με καιρους θα ειναι δικα μας, μακαρι να ημουν σιγουρη ακομη και για τη σημερινη ακεραιοτητα μας..

    προτιμω να εκτιμω και να χαιρομαι τα οσα εχω και να τα προστατευω με τον καλυτερο για ολους μας τροπο..

    ωραια ιστορικη αναδρομη για οσους θελουν να θυμουνται

    • Ο/Η melita λέει:

      Για να ξέρεις που είσαι, πρέπει να ξέρεις πως έφτασες εδώ. Η ιστορία και ο πολιτισμός μας είναι ή τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι κομμάτι του εαυτού μας.
      Πιστεύω πως αν οι Έλληνες, όλοι οι Έλληνες γνώριζαν την ελληνική ιστορία δεν θα είχαμε καμιά αμφιβολία για την σημερινή μας ακεραιότητα. Αλλά όταν απαξιούμε να μάθουμε στα παιδιά μας την ιστορία του έθνους τους και τα ακούς να μην ξέρουν ούτε τις βασικές επετείους τότε ναι, το δέχομαι δεν μπορούμε να μιλάμε για ελπίδα. Θα επαναπαυτούμε λοιπόν σε ένα ανέλπιδο μέλλον ή θα προσπαθήσουμε να θυμόμαστε? Γιατί όταν μιλάς για ελληνικά στοιχεία, σελίδες της ιστορίας που για να γραφτούν θυσιάστηκαν ζωές και ξεσπιτώθηκαν άνθρωποι τότε δεν έχεις επιλογή στο να θυμάσαι, οφείλεις να θυμάσαι! Σε ευχαριστώ πολύ για το σχόλιο και την επίσκεψή σου. Να έχεις ένα πολύ όμορφο βράδυ.

      • σε ολα υπαρχουν ορια.. ολα με μετρο.. να θυμομαστε αλλα να μην αναμασαμε
        να μαθαινουμε αλλα να μην ειμαστε απολυτοι
        παντα και παντου υπαρχει και η αλλη αποψη, την οποια δε γνωριζεις αν δεν ρωτησεις

        φιλια κι απο μενα γλυκο κοριτσι

  2. Ο/Η ♔DƦάɱα QuƎeи ♔ λέει:

    Καλησπέρα angel, πολύ όμορφο το κείμενο που παρέθεσες.
    Όσο για την Πόλη η φράση » Πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικιά μας θα’ ναι» δεν νομίζω πως ειπώθηκε τυχαία. Καλό απογευματάκι να έχεις αστέρι μου.

  3. Ο/Η MOODYTIMES λέει:

    Χθές τελείωσα ένα πολύ καλό βιβλίο σχετικά με την βυζαντινή ιστορία.ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ της Ελένης Γλύκατζη Αρβελερ.Υπάρχει βέβαια και το βιβλίο ΒΥΖΑΝΤΙΟ Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΘΕΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ του Στήβεν Ράνσιμαν.
    Όσο για τα υπόλοιπα η ιστορια έχει δειξει ότι αυτοκρατορίες που πέφτουν δεν ξαναγεννιούνται.. μέχρι τώρα

    • Ο/Η melita λέει:

      Καλησπέρα Μoody μου, έχω μια ιδιαίτερη ευαισθησία γι αυτό το θέμα , ίσως γιατί η καταγωγή μου είναι από εκεί.
      Ξέρω πολύ καλά ότι είναι δύσκολο έως απίθανο να αναστηθεί και πάλι , αλλά επίσης ξέρω πως δεν θέλω να ξεχάσω και δεν θέλω να ξεχάσουν τα παιδιά μου την κληρονομιά μας.
      Παρόλα αυτά θέλω να έχω μέσα μου μια ελπίδα ότι ίσως κάποτε ο μαρμαρωμένος βασιλιάς ξυπνήσει 😉 . Να έχεις ένα πολύ όμορφο βράδυ.

      • Ο/Η numinius λέει:

        Για μας δεν είναι ελπίδα , είναι πίστη !
        «Τὸν εἶδες μὲ τὰ μάτια σου, γιαγιά, τὸν Βασιλέα,ἢ μήπως καὶ σὲ φάνηκε, σὰν ὄνειρο, νὰ ποῦμε, σὰν παραμύθι τάχα;

        -Τὸν εἶδα μὲ τὰ μάτια μου, ὡσὰν καὶ σένα νέα,πὰ νὰ γενῶ ἑκατὸ χρονῶ, κι᾿ ἀκόμα τὸ θυμοῦμαι, σὰν νἄταν χτὲς μονάχα.

        Στὴν Πόλη, στὴν Χρυσόπορτα, στὸν πύργον ἀπὸ κάτου,εἶν᾿ ἕνα σπήλαιο πλατύ, στρωμένο σὰν παλάτι, σὰν ἅγιο παρακκλήσι;

        Κανένας Τοῦρκος δὲν μπορεῖ νὰ κρατηθῇ κοντά του,κανεὶς τῆς σιδερόπορτας ναὕρη τὸ μονοπάτι, νὰ πὰ νὰ τὸ μηνύσῃ.

        Μόνο κανένας Χριστιανός, κανένας ποὺ τὸ ξέρει,περνᾷ π᾿ αὐτοῦ κρυφὰ κρυφὰ καὶ τὸν σταυρό του κάνει μὲ φόβο καὶ μ᾿ ἐλπίδα.

        Ἔτσι κι᾿ ἐγώ, βαστούμενη στὸ πατρικό μου χέρι,ἐπῆγα καὶ προσκύνησα. Καὶ ἐδ᾿ αὐτοῦ μ᾿ ἐφάνη- Ὄχι μ᾿ ἐφάνη! Εἶδα:

        Μέσ᾿ στὸ σκοτάδι τὸ βαθὺ ἕν᾿ ἄστρο, σὰν λυχνάρι,σὰν μία φλόγα μυστική, ἀπ᾿ τὸν Θεὸ ἀναμμένη. γαλάζια λάμψι χύνει.

        Καὶ φέγγει τὴν λευκόχλωμη τοῦ Βασιλέως χάρι,ποὺ μὲ κλεισμένα βλέφαρα ἐξαπλωμένος μένει στὴν ἀργυρή του κλίνη.

        – Ἀπέθανε, γιαγιά; – Ποτέ, παιδάκι μου! Κοιμᾶται,κοιμᾶται μόνο! Τὴν χρυσὴ κορῶνα στὸ κεφάλι, τὸ σκῆπτρο του στὸ χέρι.

        Καί, σὰν παληοί του σύντροφοι, πιστοί τουπαραστᾶται, στὰ στήθη τ᾿ ὁ Σταυραετός, στὰ πόδια του προβάλλει δικέφαλο Ξαφτέρι.

        Ἐπάν᾿ ἀπ᾿ τὸ κεφάλι του, ἡ ἀσπίδα παραστέκει,κι᾿ ἐκεῖ ποὺ τὸ χρυσόπλεκτο, τὸ ψηφωτὸ ζωνάρι τὴν μέση του κατέχει,

        σὰν ἀστραπὴ π᾿ ἀπέμεινε χωρὶς ἀστροπελέκι,ζερβιά, ὡς κάτου κρέμεται τ᾿ ἀστραφτερὸ θηκάρι- μέσα σπαθὶ δὲν ἔχει!

        -Γιατί, γιαγιά; Ποῦ εἶναι τό; -Βαμμένο μέσ᾿ στὸ αἷμα,ἀκόμ᾿ ὡς τώρα βρίσκεται σ᾿ ἑνὸς ἀγγέλου χέρι, στὸν οὐρανὸ ἐπάνου…

        Ἤτανε τότε ποὺ ἡ Τουρκιὰ τὴν Πόλην ἐπολέμα.Μέσα μία φοῦχτα ἐλεύθεροι, ἀπ᾿ ἔξω μύριο ἀσκέρι, οἱ σκλάβοι τοῦ Σουλτάνου.

        Κι᾿ ὁ Μωχαμὲτ ὁ ἴδιος του πὰ στ᾿ ἄγριό του ἄτι-Δός μου τῆς Πόλης τὰ κλειδιά! τοῦ Κωνσταντίνου κράζει, καὶ τὸ σπαθί σου δός μου!

        -Ἔλα καὶ πάρ᾿ τα! λέγ᾿ αὐτός, τοῦ Τούρκου τοῦ μουχτάτηἘγὼ δὲν δίνω τίποτε! Τίποτ᾿ ἐνόσῳ βράζει μία στάλλα γαῖμα ἐντός μου!-

        Κι᾿ ἐπρόβαλαν τὰ λάβαρα, κι᾿ ἀρχίνησεν ἡ μάχη!Σαράντα μέραις πολεμοῦν, σαράντα μερονύχτια χτυπιοῦνται καὶ χτυποῦνε,

        οἱ Τοῦρκοι σὰν τὰ κύματα κι᾿ οἱ Χριστιανοὶ σὰν βράχοι.Κι᾿ οὔτε τῶν Φράγκων προδοσιαίς, οὔτε τῶν φλάρων δίχτυα τὸν Βασιλέα σειοῦνε.

        Ἀπ᾿ ταὶς σαράντα κι᾿ ὕστερα Θεὸς τὸν παραγγέλλει.-Γιὰ τοῦ λαοῦ τὰ κρίματα, εἶναι γραφτὸ νὰ γείνῃ, προσκύνα τὸν Σουλτάνο!-

        Μ᾿ αὐτός, τὸ χέρι στὸ σπαθί, πεισμόνεται, δὲν θέλει!-Πρὶν μπρὸς σὲ Τοῦρκο τύραννο τὸ γόνατό μου κλίνῃ, πὲς κάλλιο ν᾿ ἀποθάνω!-

        Ἔξ᾿ ἀπ᾿ τὸ κάστρο χύνεται μὲ σπάθα γυμνωμένη,καὶ σφάζει Τούρκων κατοσταὶς κι᾿ ἀγαρινῶν χιλιάδες- Ἐκεῖνος κι᾿ ὁ στρατός του.

        Μὰ ἦτ᾿ ὀλίγος ὁ στρατός, κι᾿ οἱ πρῶτοι λαβωμένοι!Ἔπεσαν τ᾿ ἀρχοντόπουλα ἔφυγαν οἱ Ρηγάδες, κι᾿ ἀπέμεινεν ἀτός του.

        Ὅσο τὸν ζώνουν τὰ σκυλιά, τόσο χτυπᾷ καὶ σφάζει,σὰν πληγωμένος λέοντας, σὰν τίγρη τῆς ἐρήμου, ποὺ τὰ παιδιά της σκώσουν.

        Μὰ κεῖ τοῦ πέφτει τ᾿ ἄλογο! Καὶ πέφτ᾿ αὐτὸς καὶ κράζει.-Δὲν βρίσκετ᾿ ἕνας Χριστιανὸς νὰ πάρ᾿ τὴν κεφαλή μου, πρὶν πᾶν καὶ μὲ σκλαβώσουν;-

        Μιὰ τρίχα καὶ τὸν σκότωνεν Ἀράπικη λεπίδα!Μὰ δὲν τὸ ἤθελ᾿ ὁ Θεός. Δὲν ἤθελε ν᾿ ἀφίσῃ τῶν Χριστιανῶν τὸ Γένος

        αἰώνια δίχως βασιλιᾶ κι᾿ ἐλευθεριᾶς ἐλπίδα.Γι᾿ αὐτὸ προστάζ᾿ ἕν᾿ ἄγγελο νὰ πὰ νὰ τὸν βοηθήση, σὰν ἦταν κυκλωμένος.

        Κι᾿ αὐτὸς τὸν Μαῦρο λακπατᾷ, τὸν Βασιλὲ γλυτώνει.τὸ κοφτερό του τὸ σπαθί του παίρν᾿ ἀπὸ τὸ χέρι, τοὺς Τούρκους διασκορπίζει.

        Πὰ στὰ λευκά του τὰ φτερὰ τὸν Βασιλέα σκώνει,μέσ᾿ στὸ πλατὺ τὸ σπήλαιο, ποὺ σ᾿ εἶπα, τόνε φέρει, κι᾿ ἐκεῖ τόνε κοιμίζει.-

        -Καὶ τώρα πιὰ δὲν εἰμπορεῖ, γιαγιάκα, νὰ ξυπνήσῃ;-Ὢ βέβαια! Καιροὺς καιρούς, σηκώνει τὸ κεφάλι, στὸν ὕπνο τὸν βαθύ του,

        καὶ βλέπ᾿ ἂν ἦρθεν ἡ στιγμή, πὤχ᾿ ὁ Θεὸς ὁρίσει,καὶ βλέπ᾿ ἂν ἦρθ᾿ ὁ ἄγγελος γιὰ νὰ τοῦ φέρῃ πάλι τὸ κοφτερὸ σπαθί του.

        -Καὶ θἄρθη, ναί, γιαγιάκα μου; -Θἄρθη, παιδί μου, θἄρθη.Καὶ ὅταν ἔρθῆ, τί χαρὰ στὴν γῆ, στὴν οἰκουμένη, σ᾿ ὅποιους θὰ ζοῦνε τότε!

        Διπλό, τριπλὸ θὰ πάρουμεν αὐτὸ ποὺ μᾶς ἐπάρθη,κι᾿ ἡ Πόλη, κι᾿ ἡ Ἁγιασοφιὰ δική μας θένα γένη. -Πότε, γιαγιά μου; Πότε;

        -Ὅταν τρανέψῃς, γυόκα μου, κι᾿ ἁρματωθῇς καὶ κάμῃςτὸν ὅρκο στὴν Ἐλευθεριά, σὺ κι᾿ ὅλ᾿ ἡ νεολαία, νὰ σώσετε τὴν χώρα.

        Τότε θὲ νἄρθ᾿ ὁ ἄγγελος κι᾿ ἀγγελικαὶ δυνάμεις,νὰ μποῦνε, νὰ ξυπνήσουνε, νὰ ποῦν στὸν Βασιλέα, πὼς ᾖλθε πιὰ ἡ ὥρα!

        Κι᾿ ὁ Βασιλὲς θὰ σηκωθῇ, τὴν σπάθα του θὰ δράξη,καί, στρατηγός σας, θὲ νὰ μπῇ στὸ πρῶτο του βασίλειο τὸν Τοῦρκο νὰ χτυπήσῃ.

        Καὶ χτύπα, χτύπα θὰ τὸν πὰ μακρὰ νὰ τὸν πετάξῃ,πίσω στὴν Κόκκινη Μηλιά, καὶ πίσ᾿ ἀπὸ τὸν ἥλιο, ποὺ πιὰ νὰ μὴ γυρίσῃ!Τὸν εἶδες μὲ τὰ μάτια σου, γιαγιά, τὸν Βασιλέα,ἢ μήπως καὶ σὲ φάνηκε, σὰν ὄνειρο, νὰ ποῦμε, σὰν παραμύθι τάχα;

        -Τὸν εἶδα μὲ τὰ μάτια μου, ὡσὰν καὶ σένα νέα,πὰ νὰ γενῶ ἑκατὸ χρονῶ, κι᾿ ἀκόμα τὸ θυμοῦμαι, σὰν νἄταν χτὲς μονάχα.

        Στὴν Πόλη, στὴν Χρυσόπορτα, στὸν πύργον ἀπὸ κάτου,εἶν᾿ ἕνα σπήλαιο πλατύ, στρωμένο σὰν παλάτι, σὰν ἅγιο παρακκλήσι;

        Κανένας Τοῦρκος δὲν μπορεῖ νὰ κρατηθῇ κοντά του,κανεὶς τῆς σιδερόπορτας ναὕρη τὸ μονοπάτι, νὰ πὰ νὰ τὸ μηνύσῃ.

        Μόνο κανένας Χριστιανός, κανένας ποὺ τὸ ξέρει,περνᾷ π᾿ αὐτοῦ κρυφὰ κρυφὰ καὶ τὸν σταυρό του κάνει μὲ φόβο καὶ μ᾿ ἐλπίδα.

        Ἔτσι κι᾿ ἐγώ, βαστούμενη στὸ πατρικό μου χέρι,ἐπῆγα καὶ προσκύνησα. Καὶ ἐδ᾿ αὐτοῦ μ᾿ ἐφάνη- Ὄχι μ᾿ ἐφάνη! Εἶδα:

        Μέσ᾿ στὸ σκοτάδι τὸ βαθὺ ἕν᾿ ἄστρο, σὰν λυχνάρι,σὰν μία φλόγα μυστική, ἀπ᾿ τὸν Θεὸ ἀναμμένη. γαλάζια λάμψι χύνει.

        Καὶ φέγγει τὴν λευκόχλωμη τοῦ Βασιλέως χάρι,ποὺ μὲ κλεισμένα βλέφαρα ἐξαπλωμένος μένει στὴν ἀργυρή του κλίνη.

        – Ἀπέθανε, γιαγιά; – Ποτέ, παιδάκι μου! Κοιμᾶται,κοιμᾶται μόνο! Τὴν χρυσὴ κορῶνα στὸ κεφάλι, τὸ σκῆπτρο του στὸ χέρι.

        Καί, σὰν παληοί του σύντροφοι, πιστοί τουπαραστᾶται, στὰ στήθη τ᾿ ὁ Σταυραετός, στὰ πόδια του προβάλλει δικέφαλο Ξαφτέρι.

        Ἐπάν᾿ ἀπ᾿ τὸ κεφάλι του, ἡ ἀσπίδα παραστέκει,κι᾿ ἐκεῖ ποὺ τὸ χρυσόπλεκτο, τὸ ψηφωτὸ ζωνάρι τὴν μέση του κατέχει,

        σὰν ἀστραπὴ π᾿ ἀπέμεινε χωρὶς ἀστροπελέκι,ζερβιά, ὡς κάτου κρέμεται τ᾿ ἀστραφτερὸ θηκάρι- μέσα σπαθὶ δὲν ἔχει!

        -Γιατί, γιαγιά; Ποῦ εἶναι τό; -Βαμμένο μέσ᾿ στὸ αἷμα,ἀκόμ᾿ ὡς τώρα βρίσκεται σ᾿ ἑνὸς ἀγγέλου χέρι, στὸν οὐρανὸ ἐπάνου…

        Ἤτανε τότε ποὺ ἡ Τουρκιὰ τὴν Πόλην ἐπολέμα.Μέσα μία φοῦχτα ἐλεύθεροι, ἀπ᾿ ἔξω μύριο ἀσκέρι, οἱ σκλάβοι τοῦ Σουλτάνου.

        Κι᾿ ὁ Μωχαμὲτ ὁ ἴδιος του πὰ στ᾿ ἄγριό του ἄτι-Δός μου τῆς Πόλης τὰ κλειδιά! τοῦ Κωνσταντίνου κράζει, καὶ τὸ σπαθί σου δός μου!

        -Ἔλα καὶ πάρ᾿ τα! λέγ᾿ αὐτός, τοῦ Τούρκου τοῦ μουχτάτηἘγὼ δὲν δίνω τίποτε! Τίποτ᾿ ἐνόσῳ βράζει μία στάλλα γαῖμα ἐντός μου!-

        Κι᾿ ἐπρόβαλαν τὰ λάβαρα, κι᾿ ἀρχίνησεν ἡ μάχη!Σαράντα μέραις πολεμοῦν, σαράντα μερονύχτια χτυπιοῦνται καὶ χτυποῦνε,

        οἱ Τοῦρκοι σὰν τὰ κύματα κι᾿ οἱ Χριστιανοὶ σὰν βράχοι.Κι᾿ οὔτε τῶν Φράγκων προδοσιαίς, οὔτε τῶν φλάρων δίχτυα τὸν Βασιλέα σειοῦνε.

        Ἀπ᾿ ταὶς σαράντα κι᾿ ὕστερα Θεὸς τὸν παραγγέλλει.-Γιὰ τοῦ λαοῦ τὰ κρίματα, εἶναι γραφτὸ νὰ γείνῃ, προσκύνα τὸν Σουλτάνο!-

        Μ᾿ αὐτός, τὸ χέρι στὸ σπαθί, πεισμόνεται, δὲν θέλει!-Πρὶν μπρὸς σὲ Τοῦρκο τύραννο τὸ γόνατό μου κλίνῃ, πὲς κάλλιο ν᾿ ἀποθάνω!-

        Ἔξ᾿ ἀπ᾿ τὸ κάστρο χύνεται μὲ σπάθα γυμνωμένη,καὶ σφάζει Τούρκων κατοσταὶς κι᾿ ἀγαρινῶν χιλιάδες- Ἐκεῖνος κι᾿ ὁ στρατός του.

        Μὰ ἦτ᾿ ὀλίγος ὁ στρατός, κι᾿ οἱ πρῶτοι λαβωμένοι!Ἔπεσαν τ᾿ ἀρχοντόπουλα ἔφυγαν οἱ Ρηγάδες, κι᾿ ἀπέμεινεν ἀτός του.

        Ὅσο τὸν ζώνουν τὰ σκυλιά, τόσο χτυπᾷ καὶ σφάζει,σὰν πληγωμένος λέοντας, σὰν τίγρη τῆς ἐρήμου, ποὺ τὰ παιδιά της σκώσουν.

        Μὰ κεῖ τοῦ πέφτει τ᾿ ἄλογο! Καὶ πέφτ᾿ αὐτὸς καὶ κράζει.-Δὲν βρίσκετ᾿ ἕνας Χριστιανὸς νὰ πάρ᾿ τὴν κεφαλή μου, πρὶν πᾶν καὶ μὲ σκλαβώσουν;-

        Μιὰ τρίχα καὶ τὸν σκότωνεν Ἀράπικη λεπίδα!Μὰ δὲν τὸ ἤθελ᾿ ὁ Θεός. Δὲν ἤθελε ν᾿ ἀφίσῃ τῶν Χριστιανῶν τὸ Γένος

        αἰώνια δίχως βασιλιᾶ κι᾿ ἐλευθεριᾶς ἐλπίδα.Γι᾿ αὐτὸ προστάζ᾿ ἕν᾿ ἄγγελο νὰ πὰ νὰ τὸν βοηθήση, σὰν ἦταν κυκλωμένος.

        Κι᾿ αὐτὸς τὸν Μαῦρο λακπατᾷ, τὸν Βασιλὲ γλυτώνει.τὸ κοφτερό του τὸ σπαθί του παίρν᾿ ἀπὸ τὸ χέρι, τοὺς Τούρκους διασκορπίζει.

        Πὰ στὰ λευκά του τὰ φτερὰ τὸν Βασιλέα σκώνει,μέσ᾿ στὸ πλατὺ τὸ σπήλαιο, ποὺ σ᾿ εἶπα, τόνε φέρει, κι᾿ ἐκεῖ τόνε κοιμίζει.-

        -Καὶ τώρα πιὰ δὲν εἰμπορεῖ, γιαγιάκα, νὰ ξυπνήσῃ;-Ὢ βέβαια! Καιροὺς καιρούς, σηκώνει τὸ κεφάλι, στὸν ὕπνο τὸν βαθύ του,

        καὶ βλέπ᾿ ἂν ἦρθεν ἡ στιγμή, πὤχ᾿ ὁ Θεὸς ὁρίσει,καὶ βλέπ᾿ ἂν ἦρθ᾿ ὁ ἄγγελος γιὰ νὰ τοῦ φέρῃ πάλι τὸ κοφτερὸ σπαθί του.

        -Καὶ θἄρθη, ναί, γιαγιάκα μου; -Θἄρθη, παιδί μου, θἄρθη.Καὶ ὅταν ἔρθῆ, τί χαρὰ στὴν γῆ, στὴν οἰκουμένη, σ᾿ ὅποιους θὰ ζοῦνε τότε!

        Διπλό, τριπλὸ θὰ πάρουμεν αὐτὸ ποὺ μᾶς ἐπάρθη,κι᾿ ἡ Πόλη, κι᾿ ἡ Ἁγιασοφιὰ δική μας θένα γένη. -Πότε, γιαγιά μου; Πότε;

        -Ὅταν τρανέψῃς, γυόκα μου, κι᾿ ἁρματωθῇς καὶ κάμῃςτὸν ὅρκο στὴν Ἐλευθεριά, σὺ κι᾿ ὅλ᾿ ἡ νεολαία, νὰ σώσετε τὴν χώρα.

        Τότε θὲ νἄρθ᾿ ὁ ἄγγελος κι᾿ ἀγγελικαὶ δυνάμεις,νὰ μποῦνε, νὰ ξυπνήσουνε, νὰ ποῦν στὸν Βασιλέα, πὼς ᾖλθε πιὰ ἡ ὥρα!

        Κι᾿ ὁ Βασιλὲς θὰ σηκωθῇ, τὴν σπάθα του θὰ δράξη,καί, στρατηγός σας, θὲ νὰ μπῇ στὸ πρῶτο του βασίλειο τὸν Τοῦρκο νὰ χτυπήσῃ.

        Καὶ χτύπα, χτύπα θὰ τὸν πὰ μακρὰ νὰ τὸν πετάξῃ,πίσω στὴν Κόκκινη Μηλιά, καὶ πίσ᾿ ἀπὸ τὸν ἥλιο, ποὺ πιὰ νὰ μὴ γυρίσῃ!

        (Γεώργιος Βιζυηνός)»

        (Γεώργιος Βιζυηνός)

        • Ο/Η melita λέει:

          Να και μια απάντηση διαφορετική που συμπληρώνει όμορφα την ανάρτηση μου.
          Σε ευχαριστώ για το σχόλιο και για το χρόνο σου.
          Να έχεις ένα ομορφο βράδυ. Σε φιλώ.

          • Ο/Η numinius λέει:

            Εγώ πρέπει αν σε επαινέσω για την πολύ καλή ανάρτηση και από τις ελάχιστες που αναφέρθηκαν στην αποφράδα ημέρα της άλωσης της Πόλης μας (αφού μέσα σ’ αυτή τη πλημμυρίδα της εκλογικής παραπληροφόρησης κανένα από τα ονομαζόμενα μμε δεν δεν αξιώθηκε να αναφερθεί στο σημαδιακό για τον ελληνισμοό γεγονός αυτό) και βέβαια να σε ευχαριστήσω για το βήμα που μας έδωσες να μιλήσουμε γι’ αυτό.

          • Ο/Η melita λέει:

            Σε ευχαριστώ πολύ, για όλα. Να έχεις μια υπέροχη ημέρα με χαμόγελο.

  4. Ο/Η Δημητρης λέει:

    Διάβασα με την σειρά μου και εγώ και σε συνδυασμό με το ότι επισκέφτηκα την Αγια Σοφία ναι εχω μια καλύτερη εικόνα τώρα πια..σε ευχαριστώ υπάρχουν πολλοί πνευματικοί θησαυροί κάπου καλά κλεισμένοι που τα τελευταία χρόνια αφήνουν με την βοήθεια της και σαν Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ να τους διαβάσουν και να τους μελετήσουν ..Λένε ότι φοβούνται της παραδώσεις αυτοί που παράνομα την κατέχουν από μια σειρά λαθών που έγιναν από εμάς όμως ……….την καλησπέρα μου Μελιτα

    • Ο/Η melita λέει:

      Καλησπέρα Δημήτρη , εγώ δυστυχώς δεν έχω κατορθώσει να επισκεφτώ την Πόλη , και είναι ένα όνειρο ζωής για εμένα ,που ελπίζω να πραγματοποιηθεί σύντομα.
      Οι παραδόσεις , τα ήθη , τα έθιμα , η ιστορία μας δεν πρέπει να ξεχαστούν και να χαθούν στο χρόνο,γιατί είναι κομμάτι μας και χάνοντας τα χάνουμε και κάτι από τον εαυτό μας.
      Σε ευχαριστώ πάρα πολύ για το σχόλιο σου και την επίσκεψή σου.Να έχεις ένα πολύ όμορφο βράδυ.

  5. Ο/Η perseus76 λέει:

    είθε να μην ξαν’ αλωθεί Ελληνικό κάστρο και να μην ξαναπατηθεί από ξένα παπούτσια χώμα δικό μας ιερό.
    Ξέρεις όμως κάτι; Δεν φοβάμαι κανέναν εχθρό, όσο τρομακτικός κι αν δείχνει.
    Τους προδότες φοβάμαι. Αυτούς που με ευχαρίστηση φοράνε την κουκούλα, αυτούς που ανοίγουν μυστικά περάσματα και πόρτες κλειδωμένες, αυτούς που με την πρώτη ευκαιρία θα σφάξουν αδελφό, ή απλά θα επιβιβαστούν πρώτη θέση για Ζυρίχη την ώρα που οι υπόλοιποι θα καταμετρούμε απώλειες.

    Μακάρι τα πράγματα να ήταν απλά. Εμείς κι ο εχθρός. Δεν ξεχωρίζεις τον λύκο όμως όταν φοράει προβιά και κυκλοφορεί ανάμεσα στο κοπάδι.

    Καλή ανάρτηση ! Μπράβο σου που επέλεξες να την αφιερώσεις στην μαύρη επέτειο.

    • Ο/Η melita λέει:

      Καλησπέρα perseus 76, δεν έχεις και άδικο οι μεγαλύτερες πανωλεθρίες και το πιο πολύ αίμα χύθηκε γιατί κάποιος ή κάποιοι
      ξεπούλησαν τα ιδανικά , την οικογένεια τους και την πατρίδα τους στο βωμό του χρήματος και της δόξας, παραδείγματα υπάρχουν πάρα πολλά από την αρχή της ιστορίας έως και σήμερα.
      «Εμείς κι ο εχθρός.» .Νομίζω ότι εμείς είμαστε ο μεγαλύτερος εχθρός της πατρίδας μας. Ποτέ δεν κοιτάζουμε το συνολικό καλό αλλά μόνο το καλό το δικό μας ,ακόμα και αν αυτό είναι επιζήμιο για κάποιους άλλους.Ίσως γι αυτό δεν κατορθώνουμε να αναπτυχθούμε και να «πάμε μπροστά».
      Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια ,να έχεις ένα υπέροχο βράδυ.

  6. Ο/Η moodytimes λέει:

    Πολίτισα? Ως ΑΕΚτζής υποβάλλω τα σέβη μου λοιπόν.Καλημέρα

  7. Ο/Η ainafets λέει:

    Αχ! ότι και να διαβάσω ή ότι και αν δω που να έχει σχέση με την Β΄μου πατρίδα την Πόλη, με αγγίζει…αφού έφυγα από την πόλη 9 χρονών και μιλώντας Τούρκικα….τώρα όταν τ’ ακούω από τα εδώ σίριαλ με πιάνει αναγούλα!
    ΑΦιλάκια και ας έχουμε ένα όμορφο μήνα! :))

    • Ο/Η melita λέει:

      Καλησπέρα μαγισσούλα μου , και εγώ το ίδιο παθαίνω , ειδικά όταν έχω μια γιαγιά που μας μεγάλωσε με ιστορίες , εικόνες , αρώματα και χρώματα από τον τόπο της .
      Σε ευχαριστώ για το σχόλιο σου και την επίσκεψή σου. Να έχεις ένα υπέροχο μήνα με χαμόγελο και αισιοδοξία :).

  8. Ο/Η ainafets λέει:

    Ωχ! το Πόλη βγήκε με μικρό π… τεράστιο λάθος!

Αφήστε απάντηση στον/στην Δημητρης Ακύρωση απάντησης